τελοταξία

τελοταξία
η, Ν
βιολ. μορφή αντανακλαστικής απόκρισης κατά την οποία ένας οργανισμός προσανατολίζεται προς ένα ερέθισμα σαν να ήταν το ερέθισμα αυτό το μοναδικό που δρα στον οργανισμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. telotaxis < τέλος + τάξις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”